Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

θύελλα





Κάποτε
περιπλανώμαι
οριζοντίως σαρκαστικός
αφ’ εαυτού, που
συνέτριψε
αποκαλυπτηρίους
πίδακες
εποχής νηπιακής
Μοιάζω χλευαστικός
σε γονυπετής υστερίες –
ασυγχώρητα ασίγαστες.

Κάποτε
ενθυμούμαι δυο
κουρδισμένα χέρια –
παιδικά ακόμη –
σε πλήκτρα ακορντεόν
που καταρρέουν άξαφνα
ανήλικη ηθική –
μπούμερανγκ βαλς
κάτω από ένα κάποιο
ρολόι στρογγυλό  -
αυτόπτη μάρτυρα τοίχου
Μετά
ο ίδρωτας λαχανιασμένος, να
ορίζει το μετέπειτα -
ακόλουθος πληρωμένος
με μοτοσακό αντίκα
στην επιστροφή
από την εξορία.

Κυκλοφορώ κάποτε
στο βλέμμα σου
Εισπνέω το βλέμμα
του
βλέμματός σου
Αφή νιώθω
υφή
εξερευνώ
πετώντας τη γλώσσα –
εκρηκτικό στις
ασίγαστες ώρες σου
Και
ξετυλίγομαι -
παρεμπιπτόντως διάτρητος
π’ ανεμίζει ο άνεμος
τον καπνισμένο λυγμό μου.

Μια νύχτα
την περασμένη νύχτα
στο βυζανιάρικο ξημέρωμα
σου χάρισα την οδό μου –
περιπλάνηση αγία κι
ανυπόδητη
στην καθήλωση της κόλασης.
Τα καρφιά μου ατσάλινα
με δίχως απόταξη
του πόνου.
Η οθόνη
μοιάζει ομίχλη ερωτική
πριν τη βροχή
μετά την καταιγίδα
και
μέσα στη δίνη
τραγικών χορών.

Ο χάρτης
γιασεμόκηπος
Είναι οι θύελλες
που αστράφτουν
φωλιές
πέρα από τα μάτια
τ’ αλκοολικά
κι ας μην ξεθύμαναν
οι νύχτες.
Είναι που θέλω
να ορίζω τις
αβύσσους μου
και μέσα στις αστραπές
και σκίζοντας
το χάος

Ένα χάρτινο κουβάρι
οι ανάσες
και οφείλω
να αποτάξω την
εξέλιξη της σύνδεσης
των γραμμάτων
Χίλιες ακόμα αγκαλιές
και
σου είπα: σε κυκλοφορώ
μνήμες  -
και σκαλοπάτια
άμπωτης, έτσι
να μου γελάς
και να μεγαλώνω  ______________ Προμηθεύς Πυρφόρος