Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2009

σατανικός διάλογος




















αφιερωμένο στο Χρήστο Τσάγκα

Ψιθυριστά, σα στάλες διακριτικής βροχής, σε πλήρη τάξη ζωής, νυχοπατώντας μην ξυπνήσει ο υπνοβάτης, κρατημένη ανάσα μη πέσει ο ακροβάτης
ψιθυριστά θεατρικά κι απόκοσμα, μη κοπεί το νήμα το τελευταίο, σαν ευγενής υπηρέτης της αιώνιας τέχνης
με παντόφλες χαρισμένες, για ακόμη άνεση εντός της κατοικημένης πυκνά συνοικίας
των πρώτων αγωνιστών στα μνήματα - ράφια της ατέλευτης βιβλιοθήκης

και, μέσα από καπνούς πολυκαιρισμένους στη φυλακή του αλκατράζ - παντού αλκατράζ - παντού μέλλουν θάνατοι, παντού πάντα επί παντός επιστητού,
όρθιοι νεκροί κι αγέρωχοι

Κι η γραφομηχανή έγραφε ακόμη
μυωπικά γυαλιά δίχως φακούς, αφού τους κατάπιαν τα σκοτάδια των χρόνων
ψιθυριστά και μόνο
και μόνο το άρωμα της δακτυλογράφου διαιωνίζεται. Και μόνο. Κι ο στεναγμός του έρωτα και μόνο. Όχι της πλάνης, όχι της παραπλάνησης των μασκοφόρων.
Από το απέναντι διαμέρισμα αντικρυστές κραυγές πόθου και πόθου και πόθου. Κι οι τελευταίες, της ανάπαυλας. Μετά την ένωση την πλήρη των ψυχών. Γιατί, υπάρχουν, το ξέρεις και αυτές. Αυτές που πάλλονται και πάλλουν τις χορδές του πιάνου. Κι υπάρχει κι η δασκάλα του πιάνου ακόμη, κρατώντας τους μετρονόμους όλους στις ανάσες της, πριν και μετά την πράξη. Πριν και μετά την εκτόξευση. Τσούζουν τα μάτια. Μολότωφ στα μάτια του πανικού μετά τον ύπνο τον αδέξιο. Τον αδέξιο ψευτοήρωα τον πορευτή στις οδούς των μπουρδέλων. Εκεί που χρηματίζεται το όναρ των ανθρώπων κι επιχορηγούνται οι επιχειρήσεις ορθοπεδικών στρωμάτων. Τις πουτάνες τις αγάπησα, ρε! Τις γκόμενες, όχι!
Ψιθυριστά, έτσι που λες, δίχως καρφιά. Και σου είπα, ε-;- και δίχως υπόστεγα παντός υλικού στην ψυχή... με καλούσε. Εμένα, με καλούσε. "Ναι... Είναι κανείς-;- Με ψάχνει κανείς-;- Είσαι εσύ Προμηθεύ-;-" . "Εγώ είμαι, Δάσκαλε-!-" Του αποκρίθηκα. "Άδειασες τις τσέπες σου στο πεζοδρόμιο-;-" είπε ξανά. "Γέμισα την καρδιά μου με τα δάκρυά σου, Δάσκαλε, κι οι χτύποι μου ανηφορίζουν στο μεγαλείο σου-!-"
"Τις πουτάνες να τις λατρεύεις" μου είπε, "στις γκόμενες άλλαζε σταθμό"
"Δάσκαλέ μου-!-" του μίλησα
"Δάσκαλέ μου-!-" κι αυτός...
Δεν έχω άλλα λόγια να πω...Τι να πω-;- Έγραφα. Έγραφε κι αυτός.